Μια βραδια στο ΝΥΝ ESTI: Κι αν η γαστρονομια κυβερνουσε τον κοσμο;
Επισκεφθήκαμε το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης για να δούμε την έκθεση «Κι αν οι γυναίκες κυβερνούσαν τον κόσμο». Καθώς είχαμε ακούσει πολύ καλά λόγια για την εντελώς ξεχωριστή και αρτίστικη κουζίνα του chef Σταμάτη Μισομικέ, προνοήσαμε να κλείσουμε τραπέζι στο εστιατόριο NYN ESTI, που φιλοξενείται στον τέταρτο όροφο του μουσείου.
Ίσως το όνομα του ιδιαίτερα ταλαντούχου σεφ να μην έχει γίνει ακόμα ευρέως γνωστό, καθώς μόλις τον περασμένο χρόνο επέστρεψε στην Ελλάδα από το Βέλγιο, όπου «έδρεψε» εμπειρίες και βραβεία (εν προκειμένω δυο αστέρια Michelin). Το εστιατόριο σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα κατάφερε να διακριθεί με το βραβείο The List 2024 από τα FNL Best Restaurant Awards. Η αλήθεια όμως είναι πως όσοι επισκέπτονται το εστιατόριο αφηγούνται την εμπειρία τους με τα πιο γλαφυρά λόγια. Αυτά καθόρισαν και την επιλογή μας. Εννοείται ότι επιλέξαμε τραπέζι στην υπέροχη βεράντα από όπου η θέα στην Ακρόπολη είναι εκπληκτική.
Όταν βγαίνεις από το ασανσέρ τίποτα δεν σε προϊδεάζει για το χώρο που θα συναντήσεις. Ανοίγοντας την πόρτα βρεθήκαμε σ’ έναν εκλεπτυσμένο μοντέρνο χώρο αφιερωμένο στο φαγητό. Καθώς διασχίζαμε την αίθουσα για να βγούμε φτάσουμε στο τραπέζι μας στα δεξιά μας υπήρχε ένα τραπέζι σε σχήμα λατινικού “S”, όπου εκθέτουν μερικά σκεύη από αυτά που χρησιμοποιούν για το σερβίρισμα, άλλα από πηλό και άλλα από ξύλο ή πορσελάνη. Λίγο πιο κάτω είδαμε την ανοιχτή και άπλετα φωτισμένη κουζίνα, όπου ο σεφ με την ομάδα του με καλοζυγισμένες κινήσεις προετοίμαζαν το φαγητό. Πίσω τους, ένας τοίχος σε χρώματα ξύλου, έκανε την κουζίνα να μοιράζει με σκηνικό θεατρικού έργου. Δεν ξέρω γιατί, αλλά η ηρεμία τους, που ερχόταν σε αντίθεση με όλα όσα βλέπουμε να συμβαίνουν στις κουζίνες της τηλεόρασης, με έκανε να τους εμπιστευτώ.
Οι σερβιτόροι μάς παρουσίασαν το μενού “ΒΙΟΤΟΠΟΣ” που, όπως μας εξήγησαν, αποτελεί το σύνολο τριών επιμέρους μενού γευσιγνωσίας: του χορτοφαγικού “Χλωρίδα”, του “Πανίδα”, που περιλαμβάνει πρωτεΐνες από τη ξηρά και του “Αλς”, με πρωτεΐνες από τη θάλασσα. Επιλέξαμε να συνδυάσουμε πιάτα και από τα τρία, συνθέτοντας ένα δικό μας, προσωποποιημένο μενού. Τα πιάτα αρχίζουν να έρχονται ένα-ένα. Πότε τα φέρνουν οι σερβιτόροι και πότε οι ίδιοι οι σεφ που βγαίνουν από την κουζίνα τους και τα «συνθέτουν» μπροστά στα έκθαμβα μάτια μας.
Δοκιμάζοντας τα πρώτα ορεκτικά αρχίσαμε να κοιταζόμαστε. Τα πιάτα μας δημιουργούσαν την αίσθηση πως συμμετείχαμε σε κάποιο παραμύθι που διαδραματιζόταν στο δάσος. Μας ξετρέλανε μια μαγική πίτα λουλουδιών με τομάτα, αγγούρι και ελιά, εκείνο το συμιακό γαριδάκι σε τάρτα με ξύγαλο Σητείας και τριαντάφυλλο, αλλά και το σπινιάλο με τα 19 μυρωδικά, το άγριο σκόρδο, το λεμόνι και τα τσάγαλα. Πιο στιβαρό σε γεύση, αλλά εξ ίσου εντυπωσιακό βρήκαμε το καπνιστό μεδούλι με σκορδαλιά και φέτα τσαντίλας. Κάποιοι πήραν το ταρτάρ με γλώσσα μακράς ωρίμανσης σε ΧΟ brandy και άγρια μανιτάρια. Διάλεξα το πιο θαλασσινό ροδίτικής έμπνευσης σουπιόρυζο με μάραθο, καρύδια και καϊμάκι ενώ από τα κυρίως προτίμησα το αρνάκι με θαλασσινά αρώματα, κολοκυθάκι και αγγούρι. Όσο για το επιδόρπιο ανοιξιάτικα λουλούδια με γιαούρτι, κεράσια και άθερμο πετιμέζι στάθηκε με επιτυχία, μετά το φίνο και πολύ δροσερό πεπόνι με φράουλα κι άγριο σέλινο.
Κάνοντας μια μικρή αναδρομή στο πως ξεκίνησε η βραδιά και πως εκτυλίχθηκε, μπορώ να πω ότι κάθε πιρουνιά ήταν απολαυστική μια αλληλουχία φρέσκων γεύσεων και των υφών. Το εκπληκτικό όμως είναι πως κανένας από την παρέα δεν «κοντοστάθηκε» μπροστά σε αυτά τα τόσο έντεχνα πιάτα. Καθώς το καθόλα αισθητό δημιουργικό πνεύμα μιας εντελώς μοντέρνας ελληνικής κουζίνας – η οποία, όπως μάθαμε, εμπνέεται από την ιδιαίτερη πατρίδα του σεφ – κατέληγε κάθε φορά σε πιάτα βαθιάς νοστιμιάς, που είχαν προετοιμαστεί με ακρίβεια και παρουσιαστεί με λεπτές διαδικασίες. Αυτός είναι και ο λόγος που όλοι ανεξαιρέτως ηλικίας, απολαύσαμε τη γευστική εμπειρία στο NYN ESTI. Γιατί όπως είπε, χαριτολογώντας, ο πρεσβύτερος της παρέας μας: «Το δε νόστιμον εστί και… κατανοήτον».